
Ο άνθρωπος που το παρατσούκλι του μέσα στην Έδεσσα είναι «κόουτς» και προσπάθησε να αλλάξει τον ερασιτεχνικό αθλητισμό στο νομό Πέλλας ξεκινώντας με αγνά αισθήματα για το ποδόσφαιρο που αγαπά από μικρός, μίλησε για τους λόγους που πήρε την δύσκολη απόφαση να αφήσει την Ελπίδα Έδεσσας μετά από τρία χρόνια και για τους παράγοντες οι οποίοι δεν θέλουν η πόλη να ανέβει ένα σκαλοπάτι ψηλότερα.
Ο λόγος για τον Μάριο Παπαδόπουλοπου ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα στην Ελπίδα Έδεσσας και ταυτόχρονα απέκτησε και το πτυχίο “B UEFA” και πλέον βρίσκεται κοντά στου ανθρώπους της Νίκης Βορεινού, που τον εμπιστεύτηκαν και του έδωσαν τα… κλειδιά του συλλόγου.
Για τον αθλητισμό στον νόμο Πέλλας τόνισε:
«Πάει στον αυτόματο πιλότο, από ατομικές προσπάθειες παραγόντων, αλλά και από ατόμων που αγαπούν το εκάστοτε άθλημα».
Για το κεφάλαιο Ελπίδα Έδεσσας προσέθεσε:
«Ανέλαβα την Ελπίδα Έδεσσας όταν ήταν η ομάδα στο Β’ τοπικό και ήταν μία αγνή προσπάθεια ανάμεσα σε μένα και σε παιδιά ηλικίας 13-14 ετών, αλλά και δύο-τριών καλών φίλων και παλαιών αθλητών της πόλης. Η πρώτη χρονιά ξεκίνησε με πολύ όρεξη και άφησε πολλές υποσχέσεις για τη συνέχεια και στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, καθώς καταφέραμε να ανέβουμε στην Α’. Η χρονιά έκλεισε με εμένα να έχω περισσότερη όρεξη για δουλειά, την ώρα που αποκτήσαμε 14χρονος ποδοσφαιριστές με την πρώτη τους γεύση να είναι ο πρωταθλητισμός. Στην δεύτερη σεζόν όλο και περισσότερα παιδιά ασπάστηκαν την προσπάθεια και γενικά η πόλη της Έδεσσας μας αγκάλιασε και μας δέχθηκε στον ποδοσφαιρικό χάρτη που προσπαθήσαμε να πλάσουμε.
Η δεύτερη σεζόν είχε ακριβώς την ίδια κατάληξη με την πρώτη και πήραμε την άνοδο για την Α1. Εκεί άρχισαν να χοντραίνουν τα πράγματα και μπήκαν στο παιχνίδι εξωαγωνιστικοί, νομικοί και ανθρώπινοι παράγοντες. Δεν υπήρχε καθόλου βοήθεια από το κράτος, αλλά και από την Ένωση και οι οικονομικές απαιτήσεις αυξανόντουσαν συνεχώς και οι άνθρωποι που ήθελαν ένα κομμάτι από την πίτα, ή να κάνουν κουμάντο στην πόλη της Έδεσσας άρχισαν να εμπλέκονται με την προσπάθεια αυτή.
Παρόλο τις δυσκολίες, εμείς συνεχίσαμε την προσπάθειά μας και επανιδρύσαμε την ακαδημία της Ελπίδας Έδεσσας. Στην τρίτη χρονιά φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε πρωταθλητισμό και έχοντας μαζέψει ότι καλύτερο γηγενή υπήρχε στην πόλη, φτάσαμε μία ανάσα από το όνειρο της Γ’ Εθνικής, καθώς χάσαμε στα μπαράζ την άνοδο από τον Ολυμπιακό Γαλατάδων για μόλις έναν βαθμό».
Για τους λόγους που αποχώρησε από την Ελπίδα Έδεσσας είπε:
«Οι απαιτήσεις, οι προσδοκίες, αλλά και οι κόντρες που δημιουργήθηκαν με ανθρώπους της Έδεσσας, αλλά και με ομάδες της πόλης ήταν αρκετές για να κάνουν το γυαλί να ραγίσει και να χαθεί όλη η ουσία της δουλειάς που ήταν καθαρά αγνή, ποδοσφαιρική και αληθινή. Οπότε δεν είχα κάτι άλλο να προσφέρω σ’ αυτήν την ομάδα. Αποτέλεσμα της κατάστασης όλης, αλλά και προς το πρόσωπό μου ήταν να παραιτηθεί η παλιά διοίκηση και να προσπαθήσουν να αναλάβουν καινούργιοι άνθρωποι και η ίδια η πόλη τους έκανε πέρα πριν καταφέρουν να ξεκινήσουν, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες».
Όσον αφορά την προσπάθειά του να συγχωνεύσει την Ελπίδα Έδεσσας με τον Εδεσσαϊκό διευκρίνισε:
«Υπήρχε μία νοοτροπία στην Έδεσσα ότι γινόταν έπρεπε να γίνει για τον Εδεσσαϊκό και δεν θα μπορούσα ποτέ να δουλέψω σε μία ομάδα η οποία έχει στόχο κάτι λιγότερο από τον πρωταθλητισμό, αλλά και τη νίκη σε κάθε παιχνίδι. Από εκεί και πέρα δεν κρατάω κακία σε κανέναν, απλά δεν είχα το στομάχι ώστε να πάω κόντρα σε όλους και σε όλα
Καταρχήν έγινε μια προσπάθεια από τις ακαδημίες και είχαμε φτάσει πολύ κοντά σε συμφωνία με την ΠΑΕ ΠΑΟΚ, προκειμένου να γίνουν δορυφόρος του ΠΑΟΚ, ωστόσο πληθώρα διαφορετικών απόψεων ήταν οι λόγοι που δεν υλοποιήθηκε αυτή η σκέψη. Για μένα ήταν σίγουρο ότι μόνο τακτικά θα μπορούσε να αποφέρει στην πόλη, στον αθλητισμό, στα παιδιά και σε ομάδες της πόλης η συνεργασία.
Το δεύτερο είναι ότι έγινε μια προσπάθεια συγχώνευσης της Ελπίδας και του Εδεσσαϊκού, ώστε να στηρίξει η πόλη την προσπάθεια με κεφαλή τον ιστορικό Εδεσσαϊκό. Κάτι τέτοιο απέτυχε παταγωδώς διότι δεν μπορούσαν να συμμεριστούν όλοι το όνειρο για μια καλύτερη Έδεσσα, για μια ομάδα μοντέλο που θα είχε την στήριξη όλη της πόλης».
Για το αν έπαιξαν ρόλο οι παράγοντες από τον Εδεσσαϊκό γι’ αυτή την μη υλοποίηση της προσπάθειες απάντησε:
«Άνθρωποι που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο και δουλεύουν σ’ αυτό δεν θέλουν να πάει μπροστά ή ένα σκαλί παραπάνω η πόλη και ο αθλητισμός γιατί πολύ απλά θα μείνουν άνεργοι. Επίσης εμπλέκεται και ο παράγοντας πολιτική και ειδικά στην κατηγορία της Α1 και καλώς ή κακώς ασχολούνται κάποιοι οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με τον αθλητισμό. Αυτό που πιστεύω είναι ότι το κακό είναι γενικό και όχι μόνο στον ερασιτεχνικό αθλητισμό, ο οποίος είναι ένας μικρός καθρέφτης του επαγγελματικού με όλα τα θετικά και αρνητικά του».
Όσον αφορά το νέο κεφάλαιο στην προπονητική του καριέρα που ονομάζεται Νίκη Βορεινού υπογράμμισε:
«Το κεφάλαιο Βορεινός, αλλά και η Αλμωπία είναι πρωτόγνωρο για μένα. Υπάρχουν διαφορετικές καταστάσεις, αλλά και νοοτροπίες, ανθρώπους που αγαπούν το ποδόσφαιρο, τις ομάδες, τον αθλητισμό και γενικότερα όρεξη για δουλειά και διάκριση και ήταν ο λόγος που δεν σκέφτηκα πολύ για να πω το ναι. Πίστεψαν σε μένα και ένας τέτοιος άνθρωπος είναι και ο πρόεδρος της ομάδας, Παναγιώτης Κοτταρίδης ο οποίος είναι φρέσκος, ορεξάτος και γεμάτος με όνειρα.
Για τους ανθρώπους που στήριξαν την προσπάθεια του τα τελευταία τρία χρόνια ανέφερε:
«Βρήκαμε μαζική βοήθεια από τους καλούς και αγνούς ποδοσφαιριστές της πόλης και βοήθησαν αφήνοντας τα γύρω χωριά που έπαιζαν και τα χαρτζιλίκια που έπαιρναν μόνο και μόνο για να βοηθήσουν στην προσπάθεια αυτή. Επίσης πολύ μεγάλη παραγοντική βοήθεια είχαμε από λιγοστούς ανθρώπους και βοήθησαν είτε πρακτικά, είτε οικονομικά είτε εργατικά, όμως το μεγαλύτερο ευχαριστώ το χρωστάω στον Ιάκωβο Παπαδόπουλο. Τον ποδοσφαιρικό μου πατέρα και μέντορα ο οποίος βοήθησε τόσο στο ξεκίνημα, όσο και στην πορεία με συμβουλές, είτε αναλαμβάνοντας σε τακτά χρονικά διαστήματα να καθοδηγήσει την προσπάθεια που λεγόταν Ελπίδα Έδεσσας και τον θεωρώ υγιή άνθρωπο του ποδοσφαίρου».
Για το αν υπάρχει κρατική βοήθεια στις Ενώσεις υποστήριξε:
«Φέτος ήταν η πρώτη χρονιά που οι ομάδες είχαν κρατική βοήθεια. Μικρή μεν, αλλά υπήρξε. Μέχρι πέρσι η κάθε ομάδα και ο κάθε παράγοντας ήταν μόνος του, εναντίων όλων για να μπορέσει να κάνει μία ομάδα να λειτουργήσει και να ζήσει. Τα έξοδα είναι πάρα πολλά και τα έσοδα σχεδόν μηδενικά και χωρίς την βοήθεια του κράτους, των Ενώσεων και των δήμων δεν θα μπορέσει να υπάρξει ερασιτεχνικός αθλητισμός και συγκεκριμένα ποδόσφαιρο».
Για το πώς βλέπει το μέλλον στον Ερασιτεχνικό Αθλητισμό και αν μπορεί να αλλάξει κάτι:
«Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, ο ερασιτεχνικός αθλητισμός αργά ή γρήγορα θα οδηγηθεί προς την διάλυσή του ή προς την εξευτελιστική του λειτουργία με μαθηματική ακρίβεια. Ήδη βλέπουμε τεράστιο αριθμό σωματείων να σταματάει την λειτουργία και ιστορικά σωματεία και μεγάλων χωριών».
Για τα κρούσματα βίας κι’ αν υπάρχουν στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο:
«Ο ερασιτεχνικός αθλητισμός είναι μικρογραφία του επαγγελματικού και ότι συμβαίνει στο ένα, συμβαίνει και στο άλλο. Γενικά ο ερασιτεχνικός αθλητισμός είναι σαν ένα μικρό παιδί το οποίο και μαθαίνει από το μεγαλύτερο παιδί που είναι ο επαγγελματικός. Οπότε δυστυχώς με την κατάσταση που υπάρχει στην Ελλάδα, τα μειονεκτήματα και τα κουσούρια τα οποία είναι περισσότερα από τα πλεονεκτήματα και τα χαρίσματα, ναι υπάρχει βία».
Τέλος καταλήγοντας έστειλε ένα μήνυμα στον φίλαθλο κόσμο που ασχολείται με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό:
«Να αγαπήσουν και να προτρέψουν τα νεαρά παιδιά να ασχοληθούν με τον αθλητισμό, όπως και τους γυμναστές, φυσιοθεραπευτές, προπονητές, παράγοντες, διαιτητές και πολιτικούς και γενικότερα ότι είναι φρέσκο και αγνό. Η επόμενη γενιά θα είναι αυτή μπορεί να αλλάξει κάτι. Αρχικά στον ερασιτεχνικό αθλητισμό και στη συνέχεια στον επαγγελματικό. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που τόσα χρόνια προσπαθούν να κάνουν κάτι χωρίς να έχουν καταφέρει τίποτα ή αποτύγχανε, πρέπει να παραδώσουν τα σκήπτρα σε νέους με όρεξη για δουλειά, φιλοδοξίες και όνειρα».
Επιμέλεια: Βασίλης Μπόζογλου
Σας άρεσε αυτό που διαβάσατε στο blog μου ? Δώστε την απάντηση σας παρακάτω